selenocyanic acid
Look at other dictionaries:
selenocyanic acid — “+... noun Etymology: International Scientific Vocabulary selen (II) + cyanic : an acid HSeCN containing selenium analogous to thiocyanic acid … Useful english dictionary
selenocyanate — “+ noun Etymology: International Scientific Vocabulary selenocyan (in selenocyanic acid) + ate : a salt or ester of selenocyanic acid … Useful english dictionary
selenocyanate — noun any salt or ester of selenocyanic acid … Wiktionary
σεληνοκυανικός — ή, ό, Ν φρ. «σεληνοκυανικό οξύ» χημ. ανόργανη χημική ένωση που προκύπτει από το κυανικό οξύ με αντικατάσταση στο μόριό του τού ατόμου τού οξυγόνου από άτομο σεληνίου. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. selenocyanic (acid) < selenium (βλ. λ.… … Dictionary of Greek